- Καλημέρα κύριε Λυγίζο, μου κάνει ο παρκαδόρος της εταιρείας.
- Πάντα κομψός! παρατηρεί.
Είναι λίγο μετά τις 09:00 και το μάτι μου δεν έχει ανοίξει καλά καλά.Ανταποδίδω το χαιρετισμό και αφήνω το αμάξι, ένα κόκκινο Seat Leon στα χέρια του. Χτυπάω στο διπλανό καφέ ένα esppresaki στα γρήγορα και με τον ήχο του "Half of everything" του Lloyd Cole ανεβαίνω στο γραφείο.
- Καλημέρα Στέφανε, μου λέει με νάζι η Δώρα (30άρα συνάδελφος μελαχρινή με κορμί λαμπάδα, περήφανο στήθος και μέση δαχτυλίδι). Το γνωστό?
- Καλημέρα, απαντώ και κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά. Λίγα λεπτά μετά ακουμπάει πάνω στο γραφείο μου ένα ζεστό capuccino.
- Eίναι από τα χεράκια μου, μου κάνει και με κοιτά περιμένοντας επιβράβευση.
- Ελπίζω να τα πλυνες καλά πρώτα, της λέω αλλά δε πιάνει το αστείο και γελάω μόνος. Φεύγει αμίλητη.
Ωραία, σκέφτομαι. Και τώρα δουλειά. Πίνω δυο γουλιές καφέ και ανοίγω τον υπολογιστή. Πίνακες, γραφήματα, στρατηγικές.
- Ανάθεμα με και αν καταλαβαίνω τίποτα, αναρωτιέμαι.
Δεν έχει περάσει αρκετός καιρός στη Purpose και αν εξαιρέσεις κανά 2-3
παρουσιάσεις που είχα χρόνο να προετοιμάσω και στις οποίες ξηγήθηκε ο
Ανδρέας όλα κυλούν ρόδινα μέχρι στιγμής. Στην εταιρεία δεν με έχουν πάρει
χαμπάρι, έχω διπλασιάσει τις αποδοχές μου, έχω εταιρικό αυτοκίνητο, κινητό,
επαγγελματικές κάρτες, ιδιωτική ασφάλιση, περιστοιχίζομαι από ωραίες γυναίκες
και το σημαντικότερο έχω χρόνο για ύπνο. Αφού στο σπίτι δεν κοιμάμαι, κάνω
προσπάθειες να κοιμηθώ εδώ. Με τη τελευταία σκέψη κατά νου, κατεβάζω
τα στόρια, ρίχνω τη καρέκλα προς τα πίσω και απλώνω τις αρίδες μου
στο γραφείο. Και ενώ βρίσκομαι διχασμένος μεταξύ ονείρου και
πραγματικότητας μια φωνή με επαναφέρει
- Ήρθε ο μεγάλος!! μου κάνει έντρομα ο Στάθης ο Περιβολάρης.
- Έτσι σε θέλω αγόρι μου. Να αυτοσυγκεντρώνεσαι. Μάθε μου το τρόπο πως να
το κάνω και γω? συνεχίζει δείχνωντας να μην έχει καταλάβει ότι με ξύπνησε.
- Ποιος μαλάκας ήρθε? λέω με απάθεια και είμαι έτοιμος να γυρίσω πλευρό.
- Ο μεγάλος, είπα. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνων
σύμβουλος της εταιρείας, μου κάνει χεσμένα. Θα παραστεί στο σημερινό
meeting. Του έχω μιλήσει για σένα. Του έχω πει τα καλύτερα. Είσαι το νέο
μας φυντάνι. Το ένστικτο μου δεν κάνει ποτέ λάθος. Θέλει να σε γνωρίσει.
- Στάθη, του κάνω με συμπάθεια, πόσο καιρό εργάζεσαι στην εταιρία?
- 4 χρόνια. Γιατί?
- Έχεις οικογένεια?
- 3 παιδάκια. Μα γιατί με ρωτάς?
- Η γυναίκα σου εργάζεται?
- Ναι ρε! Είναι δικηγόρος. Δε σε καταλαβαίνω.
- Θα καταλάβεις όταν έρθει η ώρα, του λέω και το κλείνω εκεί.
Λίγο μετά τις 12:00 μπαίνουμε στην αίθουσα των συναντήσεων, καθόμαστε και
περιμένουμε τον μεγάλο. Κάποια στιγμή ανοίγουν οι πόρτες και ξεπροβάλλει
ένα χούφταλο με γκρίζο κοστουμι και παντουφλέ παπούτσι. Φορά βαριά
κοκκάλινα γυαλιά και κρατά στα χέρια του ένα φάκελο. Μας κάνει ένα νεύμα
και κάθεται στη κεφαλή του τραπεζιού. Πίνει λίγο νερό και βγάζει ένα
λογίδριο που φέρνει ύπνο. Φαντάζομαι να μου διαβάζει παραμύθι στο
κρεβάτι και να με φιλά στοργικά πριν κοιμηθώ.
- Κύριε Λυγίζο μπορείτε να μας αναλύσετε το πλανόγραμμα της εταιρείας
για την νέα σειρά των προϊόντων μας, με αιφνιδιάζει ξαφνικά.
Τώρα τα πιάσαμε τα λεφτά μας, σκέφτομαι. Ο Περιβολάρης μου κλείνει το
μάτι και μέσα από τα χείλη του διαβάζω
- Δώστου να καταλάβει...
Τώρα ποιος θα καταλάβει από όλους μας είναι άξιον απορίας. Πάντως σίγουρα
όχι εγώ. Ξεροκαταπίνω, καθαρίζω τη φωνή μου παρατεταμένα, γεγονός που προκαλεί
νευρικότητα σε ορισμένους, και ξεκινώ
-...H στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουμε θα πρέπει να έχει προτεραιότητα
το ίδιο το προιόν...την τοποθέτηση του στα ράφια...τις ανάγκες των πελατών...,
τη προσέγγιση τους...τη τιμή του προιόντος...την προώθηση του... και
τις πωλήσεις βεβαίως...
- Αρκετά, με διακόπτει ο μεγάλος. Παρακαλώ περάστε όλοι έξω και αφήστε
με, με τον κύριο Λυγίζο, κάνει επιταχτικά και σε λίγα λεπτά βρισκόμαστε
ενώπιος ενωπίω.
Με κοιτά με ύφος ανακριτικό και η ατμόσφαιρα μυρίζει μπαρούτι
- Κύριε Λυγίζο θα μιλήσω καθαρά. Τόσες μαζεμένες μαλακίες στα λίγα λεπτά
που άκουσα απο εσάς είχα να ακούσω από το πρώτο έτος σαν φοιτητής. Σας
ρωτώ ευθέως λοιπόν, έχετε καμία σχέση με το αντικείμενο?
- Καμία, του κάνω ειλικρίνα, αλλά μαθαίνω γρήγορα, επισημαίνω.
- Δε σας ρώτησα κύριε Λυγίζο τι μπορείτε να κάνετε. Εδώ δεν είμαστε
φροντιστήριο ταχείας εκπαίδευσης. Είμαστε όμιλος με στελέχη ικανά και
όχι για κονιόρδους* σαλτιμπάγκους*. Στο φάκελο που κρατάω έχω την καρτέλα
ενσήμων σας και στην Perspective ουδείς σας γνωρίζει. Στο βιογραφικό
σας έχετε κάνει λογοκλοπή και στην εταιρεία μπορεί να έχετε προκάλεσει
δολιοφθορά.
Έτσι όπως τον άκουγα να με αποκαθηλώνει αισθάνθηκα διαβόητος
καταζητούμενος. Είχα κάνει τόσα πολλά λοιπόν? Εγώ να δουλέψω ήθελα.
- Έχετε να πείτε κάτι κύριε Λυγίζο?, μου κάνει με ύφος εισαγγελέα.
- Μα νομίζω τα είπατε εσείς, του απαντώ. Εργασία ήθελα. Ο σκοπός μου αυτός
ήταν. Τα μέσα που χρησιμοποίησα ήταν λάθος. Αλλά ο σκοπός αγιάζει τα
μέσα, δικαιολογούμαι μακιαβελικά.
- Αν μη τι άλλο έχετε αυτοπεποίθηση κύριε Λυγίζο. Και είστε και νεαρός.
Θα σας προτείνω λοιπόν δύο επιλογές. Η πρώτη είναι μία δουλειά στο
κυλικείο της εταιρίας και συγκεκριμμένα στην καφετέρια και η δεύτερη
να περάσετε από το λογιστήριο να εξοφληθείτε και να πάτε στην ευχή
της Παναγίας. Λοιπόν?
- Θα προτιμήσω το λογιστήριο, του κάνω περήφανα.
- Ωραία, λοιπόν, σε μία ώρα από τώρα θέλω να επιστρέψετε αυτοκίνητο,
κινητό και ότι άλλο σας έχει προσφέρει η εταιρεία και να εγκαταλείψετε
τη θέση σας.
Αυτό ήταν, σκέφτομαι. Ήταν πολύ καλό για να ναι αληθινό. Πάμε για άλλα.
- Χάρηκα, του λέω καθώς σηκώνομαι.
- Εγώ καθόλου, μου κάνει απότομα.
Πριν βγω έξω, ζητά να δει τον Περιβολάρη.
- Που είναι το αστέρι μου, ακούω το Στάθη βγαίνοντας.
Βρίσκεται σε μια ομήγυρη και με εκθειάζει.
- Σε θέλει μέσα, του λέω βαριά αλλά αυτός δείχνει να μη καταλαβαίνει
τίποτα.
- Σου είπα ότι θα πάθει πλάκα. Μετά έχω κανονίσει ένα παρτάκι για σένα.
Παίξτο ότι δε ξέρεις τίποτα. Και που σαι, η Δώρα σε γουστάρει τρελά.
- Πριν το πάρτυ μου, προηγείται το δικό σου, του κάνω με νόημα.
- Δε καταλαβαίνω τι λες, αλλά δε με ενδιαφέρει. Είσαι τεράστιος αγόρι
μου. Ο καλύτερος, μου λέει και χώνεται μέσα.
Κατεβαίνω στο δρόμο. Κοντοστέκομαι και στρίβω τσιγάρο. Από το διπλανό
καφέ ακούγεται το "Mad world" από τον Gary Jules.
- Να σας φέρω το αυτοκίνητο κύριε Λυγίζο, με ρωτά ευγενικά ο παρκαδόρος.
- Μπα, λέω να γυρίσω με τα πόδια σήμερα...
*Κονιόρδος = Έχει πολλές έννοιες. Ο μάγκας, ο ντυμένος σαν γαμπρός,
το μπόμπα ποτό, ο αδιάφορος, το λαμόγιο, ο εξυπνάκιας.
*Σαλτιμπάγκος = Από την ιταλική λέξη saltimbanco. Υπαίθριος ταχυδακτυλουργός
ή ακροβάτης. Μεταφορικά ο άνθρωπος χωρίς αρχές, ο κατεργάρης.
- Πάντα κομψός! παρατηρεί.
Είναι λίγο μετά τις 09:00 και το μάτι μου δεν έχει ανοίξει καλά καλά.Ανταποδίδω το χαιρετισμό και αφήνω το αμάξι, ένα κόκκινο Seat Leon στα χέρια του. Χτυπάω στο διπλανό καφέ ένα esppresaki στα γρήγορα και με τον ήχο του "Half of everything" του Lloyd Cole ανεβαίνω στο γραφείο.
- Καλημέρα Στέφανε, μου λέει με νάζι η Δώρα (30άρα συνάδελφος μελαχρινή με κορμί λαμπάδα, περήφανο στήθος και μέση δαχτυλίδι). Το γνωστό?
- Καλημέρα, απαντώ και κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά. Λίγα λεπτά μετά ακουμπάει πάνω στο γραφείο μου ένα ζεστό capuccino.
- Eίναι από τα χεράκια μου, μου κάνει και με κοιτά περιμένοντας επιβράβευση.
- Ελπίζω να τα πλυνες καλά πρώτα, της λέω αλλά δε πιάνει το αστείο και γελάω μόνος. Φεύγει αμίλητη.
Ωραία, σκέφτομαι. Και τώρα δουλειά. Πίνω δυο γουλιές καφέ και ανοίγω τον υπολογιστή. Πίνακες, γραφήματα, στρατηγικές.
- Ανάθεμα με και αν καταλαβαίνω τίποτα, αναρωτιέμαι.
Δεν έχει περάσει αρκετός καιρός στη Purpose και αν εξαιρέσεις κανά 2-3
παρουσιάσεις που είχα χρόνο να προετοιμάσω και στις οποίες ξηγήθηκε ο
Ανδρέας όλα κυλούν ρόδινα μέχρι στιγμής. Στην εταιρεία δεν με έχουν πάρει
χαμπάρι, έχω διπλασιάσει τις αποδοχές μου, έχω εταιρικό αυτοκίνητο, κινητό,
επαγγελματικές κάρτες, ιδιωτική ασφάλιση, περιστοιχίζομαι από ωραίες γυναίκες
και το σημαντικότερο έχω χρόνο για ύπνο. Αφού στο σπίτι δεν κοιμάμαι, κάνω
προσπάθειες να κοιμηθώ εδώ. Με τη τελευταία σκέψη κατά νου, κατεβάζω
τα στόρια, ρίχνω τη καρέκλα προς τα πίσω και απλώνω τις αρίδες μου
στο γραφείο. Και ενώ βρίσκομαι διχασμένος μεταξύ ονείρου και
πραγματικότητας μια φωνή με επαναφέρει
- Ήρθε ο μεγάλος!! μου κάνει έντρομα ο Στάθης ο Περιβολάρης.
- Έτσι σε θέλω αγόρι μου. Να αυτοσυγκεντρώνεσαι. Μάθε μου το τρόπο πως να
το κάνω και γω? συνεχίζει δείχνωντας να μην έχει καταλάβει ότι με ξύπνησε.
- Ποιος μαλάκας ήρθε? λέω με απάθεια και είμαι έτοιμος να γυρίσω πλευρό.
- Ο μεγάλος, είπα. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνων
σύμβουλος της εταιρείας, μου κάνει χεσμένα. Θα παραστεί στο σημερινό
meeting. Του έχω μιλήσει για σένα. Του έχω πει τα καλύτερα. Είσαι το νέο
μας φυντάνι. Το ένστικτο μου δεν κάνει ποτέ λάθος. Θέλει να σε γνωρίσει.
- Στάθη, του κάνω με συμπάθεια, πόσο καιρό εργάζεσαι στην εταιρία?
- 4 χρόνια. Γιατί?
- Έχεις οικογένεια?
- 3 παιδάκια. Μα γιατί με ρωτάς?
- Η γυναίκα σου εργάζεται?
- Ναι ρε! Είναι δικηγόρος. Δε σε καταλαβαίνω.
- Θα καταλάβεις όταν έρθει η ώρα, του λέω και το κλείνω εκεί.
Λίγο μετά τις 12:00 μπαίνουμε στην αίθουσα των συναντήσεων, καθόμαστε και
περιμένουμε τον μεγάλο. Κάποια στιγμή ανοίγουν οι πόρτες και ξεπροβάλλει
ένα χούφταλο με γκρίζο κοστουμι και παντουφλέ παπούτσι. Φορά βαριά
κοκκάλινα γυαλιά και κρατά στα χέρια του ένα φάκελο. Μας κάνει ένα νεύμα
και κάθεται στη κεφαλή του τραπεζιού. Πίνει λίγο νερό και βγάζει ένα
λογίδριο που φέρνει ύπνο. Φαντάζομαι να μου διαβάζει παραμύθι στο
κρεβάτι και να με φιλά στοργικά πριν κοιμηθώ.
- Κύριε Λυγίζο μπορείτε να μας αναλύσετε το πλανόγραμμα της εταιρείας
για την νέα σειρά των προϊόντων μας, με αιφνιδιάζει ξαφνικά.
Τώρα τα πιάσαμε τα λεφτά μας, σκέφτομαι. Ο Περιβολάρης μου κλείνει το
μάτι και μέσα από τα χείλη του διαβάζω
- Δώστου να καταλάβει...
Τώρα ποιος θα καταλάβει από όλους μας είναι άξιον απορίας. Πάντως σίγουρα
όχι εγώ. Ξεροκαταπίνω, καθαρίζω τη φωνή μου παρατεταμένα, γεγονός που προκαλεί
νευρικότητα σε ορισμένους, και ξεκινώ
-...H στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουμε θα πρέπει να έχει προτεραιότητα
το ίδιο το προιόν...την τοποθέτηση του στα ράφια...τις ανάγκες των πελατών...,
τη προσέγγιση τους...τη τιμή του προιόντος...την προώθηση του... και
τις πωλήσεις βεβαίως...
- Αρκετά, με διακόπτει ο μεγάλος. Παρακαλώ περάστε όλοι έξω και αφήστε
με, με τον κύριο Λυγίζο, κάνει επιταχτικά και σε λίγα λεπτά βρισκόμαστε
ενώπιος ενωπίω.
Με κοιτά με ύφος ανακριτικό και η ατμόσφαιρα μυρίζει μπαρούτι
- Κύριε Λυγίζο θα μιλήσω καθαρά. Τόσες μαζεμένες μαλακίες στα λίγα λεπτά
που άκουσα απο εσάς είχα να ακούσω από το πρώτο έτος σαν φοιτητής. Σας
ρωτώ ευθέως λοιπόν, έχετε καμία σχέση με το αντικείμενο?
- Καμία, του κάνω ειλικρίνα, αλλά μαθαίνω γρήγορα, επισημαίνω.
- Δε σας ρώτησα κύριε Λυγίζο τι μπορείτε να κάνετε. Εδώ δεν είμαστε
φροντιστήριο ταχείας εκπαίδευσης. Είμαστε όμιλος με στελέχη ικανά και
όχι για κονιόρδους* σαλτιμπάγκους*. Στο φάκελο που κρατάω έχω την καρτέλα
ενσήμων σας και στην Perspective ουδείς σας γνωρίζει. Στο βιογραφικό
σας έχετε κάνει λογοκλοπή και στην εταιρεία μπορεί να έχετε προκάλεσει
δολιοφθορά.
Έτσι όπως τον άκουγα να με αποκαθηλώνει αισθάνθηκα διαβόητος
καταζητούμενος. Είχα κάνει τόσα πολλά λοιπόν? Εγώ να δουλέψω ήθελα.
- Έχετε να πείτε κάτι κύριε Λυγίζο?, μου κάνει με ύφος εισαγγελέα.
- Μα νομίζω τα είπατε εσείς, του απαντώ. Εργασία ήθελα. Ο σκοπός μου αυτός
ήταν. Τα μέσα που χρησιμοποίησα ήταν λάθος. Αλλά ο σκοπός αγιάζει τα
μέσα, δικαιολογούμαι μακιαβελικά.
- Αν μη τι άλλο έχετε αυτοπεποίθηση κύριε Λυγίζο. Και είστε και νεαρός.
Θα σας προτείνω λοιπόν δύο επιλογές. Η πρώτη είναι μία δουλειά στο
κυλικείο της εταιρίας και συγκεκριμμένα στην καφετέρια και η δεύτερη
να περάσετε από το λογιστήριο να εξοφληθείτε και να πάτε στην ευχή
της Παναγίας. Λοιπόν?
- Θα προτιμήσω το λογιστήριο, του κάνω περήφανα.
- Ωραία, λοιπόν, σε μία ώρα από τώρα θέλω να επιστρέψετε αυτοκίνητο,
κινητό και ότι άλλο σας έχει προσφέρει η εταιρεία και να εγκαταλείψετε
τη θέση σας.
Αυτό ήταν, σκέφτομαι. Ήταν πολύ καλό για να ναι αληθινό. Πάμε για άλλα.
- Χάρηκα, του λέω καθώς σηκώνομαι.
- Εγώ καθόλου, μου κάνει απότομα.
Πριν βγω έξω, ζητά να δει τον Περιβολάρη.
- Που είναι το αστέρι μου, ακούω το Στάθη βγαίνοντας.
Βρίσκεται σε μια ομήγυρη και με εκθειάζει.
- Σε θέλει μέσα, του λέω βαριά αλλά αυτός δείχνει να μη καταλαβαίνει
τίποτα.
- Σου είπα ότι θα πάθει πλάκα. Μετά έχω κανονίσει ένα παρτάκι για σένα.
Παίξτο ότι δε ξέρεις τίποτα. Και που σαι, η Δώρα σε γουστάρει τρελά.
- Πριν το πάρτυ μου, προηγείται το δικό σου, του κάνω με νόημα.
- Δε καταλαβαίνω τι λες, αλλά δε με ενδιαφέρει. Είσαι τεράστιος αγόρι
μου. Ο καλύτερος, μου λέει και χώνεται μέσα.
Κατεβαίνω στο δρόμο. Κοντοστέκομαι και στρίβω τσιγάρο. Από το διπλανό
καφέ ακούγεται το "Mad world" από τον Gary Jules.
- Να σας φέρω το αυτοκίνητο κύριε Λυγίζο, με ρωτά ευγενικά ο παρκαδόρος.
- Μπα, λέω να γυρίσω με τα πόδια σήμερα...
*Κονιόρδος = Έχει πολλές έννοιες. Ο μάγκας, ο ντυμένος σαν γαμπρός,
το μπόμπα ποτό, ο αδιάφορος, το λαμόγιο, ο εξυπνάκιας.
*Σαλτιμπάγκος = Από την ιταλική λέξη saltimbanco. Υπαίθριος ταχυδακτυλουργός
ή ακροβάτης. Μεταφορικά ο άνθρωπος χωρίς αρχές, ο κατεργάρης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου