Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

Εικοσιδύο

- Για σένα είναι υπόθεση μισής ώρας. Εγώ δε νομίζω ότι μπορώ να τα καταφέρω, λέω και κάνω προσπάθεια να ακουστώ με απόγνωση. Στην άλλη γραμμή του τηλεφώνου ο Ανδρέας με έχει καταλάβει ήδη.
- Καλά μη χύσεις κιόλας, μου πετά. Πες μου τι αφορά?
- Μία παρουσίαση για ένα προϊόν. Την θέλουν όμως σε powerpoint*.
- Για πότε?
- Για αύριο.
- Μπράβο καμάρι μου. Ο μαλάκας της τελευταίας στιγμής. Μήπως θέλεις να έρθω να τη παρουσιάσω εγώ?
- Δεν είναι και άσχημη ιδέα! Πρέπει όμως να σε δικαιολογήσω...
- Καλά εσύ είσαι περίπτωση, με διακόπτει. Τι ώρα θα περάσεις?
- Να πούμε κατά τις 21:00?
- Τέλεια. Να κάνεις μπάνιο τα ανίψια σου, να τα αλλάξεις και να τα
  βάλεις για ύπνο.
- Πως είπατε?
- Έχεις τρελλαθεί ρε. Έλα το μεσημέρι. Μήπως είμαστε τυχεροί και
  κοιμούνται.
Γύρω στις 18:00 είμαι Χολαργό. Φθάνω στο σπίτι και πριν χτυπήσω
κουδούνι και ξυπνήσω τα παιδιά τον καλώ στο κινητό. Μου ανοίγει.
Ανεβαίνω στον 6ο. Στη πόρτα τον βρίσκω αγκαλιά με τη μπέμπα.
- Μου αρέσει που το κανονίσαμε κιόλας. Το μεσημέρι εσύ πως το
  εννοείς? μου κάνει και μου πιάνει το κώλο.
- Έτσι για να μη ξεχνιόμαστε? καταλήγει.
Αυτή τη μαλακία την έκανε από παιδί. Έτσι για να μου σπάει τα νεύρα.
- 18:00 είναι μεσημέρι για μένα, του λέω.
- Ασφαλώς. Και 21:00 είναι απόγευμα, με ειρωνεύεται.
Εκείνη τη στιγμή ξεχύνεται από μέσα ο Ασημάκης, ο ανιψιός μου και
χώνεται στην αγκάλια μου.
- Που είσαι βρε φάτσα, του κάνω
- Τι μου έφερες? με ρωτά και με ξεραίνει.
- Ασημάκη αγόρι μου τι έχουμε πει? Αυτό δεν είναι ευγενικό, με βγάζει
  από τη δύσκολη θέση ο Ανδρέας.
Κάθομαι και παρατηρώ το σπίτι. Σωστό γήπεδο. Η τηλεόραση στο τοίχο, στρωμένα
χαλιά καλοκαίρι μήνα, ένα πάρκο, μία στράτα, ένα καρότσι, παιχνίδια
από δω και από κει, προφυλακτικά στις γωνίες των επίπλων, πύρρους στα
παράθυρα και στις πόρτες και φραγμένες όλες οι πρίζες.
- Τι θα πιεις, μου λέει ο Ανδρέας
- Αν και νωρίς, σε ένα ουισκάκι δεν θα λεγα όχι
- Ωραίος, αλλά θα σε απογοητεύσω. Δεν υπάρχει αλκοόλ.
- Μιλάς σοβαρά?
- Κοίτα αν σου είναι απαραίτητο έχω καθαρό οινόπνευμα για τον αφαλό της
  μπέμπας. Αν θες σου βάζω λίγο από αυτό?
- Να μου λείπει.
- Α, έχω και ένα κρασί που σβήνει η Μαριάννα το φαγητό. Θες?
- Τι κρασί? ρωτάω.
- Chatteau Βουργουνδίας!
- Αλήθεια?
- Ρετσίνα μαλάκα. Θες?
- Το χιούμορ σου σπάει κόκκαλα, του κάνω. Έχει άλλον η μανούλα σου?
- Πως! Εσένα.
Φτιάχνει καφέ. Δεν καταφέρνουμε να τον πιούμε γιατί μία χέζεται η μπέμπα
και θέλει άλλαγμα, μία ο Ασημάκης θέλει τουαλέτα, μία η μπέμπα θέλει τη
κρέμα της και μία ο Ασημάκης το γιαούρτι του.
- Ανδρέα, κάνω σε μια στιγμή, δε μου φέρνεις εκείνη τη ρετσίνα που
  λέγαμε. Με έπιασε ήδη πονοκέφαλος.
- Ούτε δυο ώρες δεν είσαι δω μέσα και τα παιξες ρε!, μου λέει γελώντας ο
  Ανδρέας και με αιφνιδιάζει δίνοντας μου να κρατήσω τη μπέμπα.
Τη πιάνω από τις μασχάλες και τεντώνω μπροστά τα χέρια μου προσέχοντας
μη μου πέσει.
- Παιδί είναι μαλάκα. Όχι ωρολογιακή βόμβα, με παρατηρεί ο Ανδρέας ο
  οποίος έρχεται και με ξαλαφρώνει.
- Ουφ κάνω, νομίζω για πρώτη φορά στη ζωή μου αγχώθηκα...
Λίγο πριν τις 21:00 o Ανδρέας κάνει τα παιδιά μπάνιο, τους δίνει το
γάλα τους και τα βάζει για ύπνο.
- Ο Ασημάκης θέλει να του διάβασεις ένα παραμύθι, μου κάνει ο Ανδρέας
  και με χώνει στο δωμάτιο.
- Ποιο θες να σου διαβάσω? τον ρωτάω.
- Ένα παραμυθάκι θείε μου, μου κάνει και με τα δαχτυλάκια του δείχνει
  τέσσερα.
- Κατάλαβα. Ακούω?
- Πρώτα τον Μαγικό Αυλό, μετά το Μολυβένιο Στρατιώτη, μετά το Γενναίο
  Ραφτάκο και μετά τον Παπουτσωμένο Γάτο.
Του διαβάζω ότι θέλει και φεύγοντας τον ρωτάω
- Τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις?
- Απατεώνας, μου κάνει γελώντας.
Λίγο πριν βγω, μου πετά ένα σε αγαπώ και κοιμάται.
- Ο γιος σου έχει πιάσει από τώρα το νόημα της ζωής, λέω στον Ανδρέα.
- Ο Ασημάκης μου και η χρυσή μου
- Άντε και με το χάλκινο!!
- Δεν είσαι καλά!! Το καρέ έκλεισε!
Γελάμε και για πρώτη φορά στο σπίτι έχει απόλυτη ησυχία. Λίγα λεπτά
αργότερα επιστρέφει από τη δουλειά η Μαριάννα.
- Που είσαι λέρα, μου πετά συνωμοτικά και με φιλά.
Ο Ανδρέας εξαφανίζεται για την παρουσίαση μου και εγώ βρίσκω ευκαιρία
να τα πω μαζί της.
- Πως είσαι? μου κάνει.
- Καλά, της λέω. Γυρίζω απο δω και απο κει.
- Ξέρεις πόσο μου έχει λείψει αυτό?
- Ποιο?
- Να γυρίζω από δω και από κει.
- Δεν είναι πάντα καλά, της λέω για να νοιώσει καλύτερα.
- Ρε άσε τα σάπια, σιγανοπαπαδιά. Έννοια σου και μαθαίνω νέα σου!
- Φήμες, μην ακούς τίποτα, απολογούμαι.
- Πέρα από την πλάκα μου λείπει αυτού του είδους η ελευθερία. Να ζω
  όπως θέλω και να πηγαίνω όπου θέλω όταν θέλω
- Έχεις μετανοιώσει?
- Ποτέ. Εμείς το έχουμε επιλέξει όλο αυτό. Και για όλα τα πράγματα
  υπάρχει και ένα τίμημα. Σου έχει πει ο Ανδρέας ότι έχουμε να βγούμε
  έξω τρία χρόνια?
- Δε μου έχει πει τίποτα, δικαιολογούμαι.
- Την τελευταία φορά που πήγαμε κινηματογράφο ήμουν έγκυος στον Ασημάκη.
- Αν θέλετε προσφέρομαι εγώ να κρατήσω τα παιδιά κανά βράδυ? της ρίχνω
  χωρίς όμως να το πολυπιστεύω.
- Δεν τρελάθηκα να βάλω το λύκο να φιλάει τα πρόβατα, μας διακόπτει ο
  Ανδρέας ο οποίος προφανώς έχει ακούσει τη προσφορά μου. Είσαι έτοιμος,
  μου κάνει και μου δίνει μια δισκέτα.
Τη βάζω στη τσέπη και σηκώνομαι.
- Καλύτερα να του δίνω, λέω και φιλάω τη Μαριάννα.
- Μη χάνεσαι, μου κάνει αυτή. Να περνάς που και που.
Στην έξοδο ο Ανδρέας αναρωτιέται
- Και τη προοπτική έχεις σε αυτή την εταιρία?
- Θα δείξει..
- Και αν σε πάρουν χαμπάρι?
- Θα δείξει..
- Προσγειώσου αδελφέ με τα καμώματα σου δεν έχεις μέλλον.
Εσύ δεν έχεις παρόν, σκέφτομαι αλλά λέω μόνο καληνύχτα...



*Powerpoint = Iδιόκτητο εμπορικό πρόγραμμα παρουσιάσεων λογισμικού που
αναπτύχθηκε από τη Microsoft.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου