Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Τριαντατρία

Για κάποιους ανθρώπους η μοίρα είναι προδιαγεγραμμένη. Έχουν φροντίσει για αυτούς κάποιοι άλλοι. Παράδειγμα. Ο γιος ενός βασιλιά γεννιέται πρίγκηπας. Ο γιος ενός μεγιστάνα γεννιέται πλούσιος. Κανείς από αυτούς δε το ζήτησε. Κανείς δε ρωτήθηκε. Απλά προέκυψε. Ο Άγγελος ανήκει σε αυτή τη κατηγορία. Όχι βέβαια. Δεν είναι γαλαζοαίματος, αν και πολλές φορές φέρεται σαν να είναι. Oύτε βέβαια γιος μεγιστάνα, αν και το χρήμα ρέει άφθονο. Απλά η μοίρα, του έδειξε το πιο γλυκό της πρόσωπο, αν και στην αρχή χρειάστηκε να του δείξει το πιο σκληρό. Ο πατέρας του το φθινώπορο του 95 βγήκε να αγοράσει τσιγάρα στο περίπτερο. Από τότε δεν το ξανάδε κανείς. Ο Άγγελος ήταν τότε μόνο 10 χρονών. Η μητέρα του αναγκάστηκε να κάνει δύο και τρεις δουλειές για να τα φέρει βόλτα.Κατάλαβε από πολύ νωρίς το νόημα της ζωής και μια που δεν ήθελε να λείψει τίποτα από το κανακάρη της ξαναπαντρεύτηκε έναν σιτεμένο για την ηλικία της άντρα που είχε τη καρδιά του. Αυτός τους άφησε χρόνους τον Αύγουστο του 2004. Δύο μέρες πριν την έναρξη των Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα. Ο Άγγελος συμμετείχε σαν εθελοντής. Ο γέρος έφυγε με το παράπονο ότι δεν τον καμάρωσε. Τον αγαπούσε πολύ. Παρόλο που δεν ήταν γιος του. Δεν τον αδικώ. Ο κολλητός μου είναι αγαπησιάρης. Τώρα θα αναρωτιέστε γιατί σας τα λέω όλα αυτά. Ο γέρος λοιπόν πέρα από τη καρδιά του έτυχε να έχει δώδεκα ακίνητα στο Κολωνάκι. Χώρια κάτι μετοχές και κάμποσα ομόλογα στην άκρη. Έτσι λοιπόν ο Άγγελος, ενήλικος πλέον, βρέθηκε να είναι ο μοναδικός κληρονόμος και μέσα σε ένα βράδυ αυτός και η μητέρα του μετακόμισαν σε μια μεζονέτα στην Αναγνωστοπούλου. Καθόλου άσχημα για μια μάνα και ένα παιδί από το Βύρωνα. Από τότε δεν τους έλειψε τίποτα. Μέχρι τον Μάιο του 2008 έζησαν ευτυχισμένοι και λέω έζησαν διότι η κύρα Δέσποινα έπεσε ένα βράδυ να κοιμηθεί και δεν ξαναξύπνησε. Ο Άγγελος τη βρήκε το πρωί στο κρεβάτι. Στα χέρια της κρατούσε ένα βιβλίο του Λέο Μπουσκάλια με τίτλο "Να ζεις, να αγαπάς και να μαθαίνεις". Μέσα σε αυτό είχε μια φωτογραφία του γιου της για σελιδοδείκτη. Ήταν μόνο 43 χρονών. Στη κηδεία της περίμενε τον πατέρα του. Αυτός όμως δεν του έκανε τη χάρη. Μετά την τελετή, μου εξομολογήθηκε ότι αφού δεν τον είδε σήμερα δεν θα τον δει ποτέ. Και έτσι δε ξαναμιλήσαμε ποτέ για αυτόν.
Η αγάπη που είχε για την μητέρα του έχει περάσει μέσα σε κάθε σχέση που κάνει με το αντίθετο φύλο.Τρέφει μεγάλη αδυναμία στις γυναίκες. Τις σέβεται, τις ακούει, τις φροντίζει, τις σκέφτεται διαρκώς. Με την ίδια ευκολία που ερωτεύεται, χωρίζει. Μη φανταστείτε τίποτα τσακωμούς και κλάματα.Οι χωρισμοί του είναι βελούδινοι και διατηρεί τις καλύτερες σχέσεις με τις πρώην του.Όταν παθιάζεται για μια γυναίκα μπορεί για χάρη της να πάει στην άλλη άκρη του κόσμου. Δεν υπολογίζει σύνορα, βουνά ή θάλασσα. Θυμάμαι ένα καλοκαίρι στη Ρόδο που γνώρισε μια Σουηδέζα. Έφευγε την ίδια μέρα και ο αθεόφοβος έβγαλε εισιτήριο και πέταξε μαζί της για Στοκχόλμη. Γύρισε την επομένη και όταν τον ρώτησα τι έγινε, μου είπε ότι ήπιαν ένα καφέ στο Γκέτεμποργκ και απλά δε τα βρήκαν. Με κάποια άλλη κοπέλα τη Μυρτώ που είχαμε γνωρίσει στο καρναβάλι της Πάτρας πέταξαν αυθημερόν για Παρίσι. Στο Πύργο του Άιφελ της έκανε πρόταση γάμου. Αυτή νόμισε ότι την κορόϊδευε γιατί ήταν μεθυσμένος και τον παράτησε σύξυλο στο Τροκαντερό.Ο Άγγελος πήγε να σκάσει. Έβγαλε το μονόπετρο και το πέταξε στον Σηκουάνα. Γύρισε κομμάτια. Όταν την βρήκα μετά από λίγο καιρό και της εξήγησα παλάβωσε και πήγε να τον βρει. Ήταν πλέον αργά, διότι η καρδιά του κολλητού μου χτυπούσε για άλλη.
Βέβαια στο παιχνίδι με τις γυναίκες υπάρχει και η απόρριψη. Εκεί ο ρόλος μου είναι καταλυτικός. Βγαίνουμε, πίνουμε, ξενυχτάμε, κλαίει, κυλιέται στα πατώματα αλλά μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει και ξανά προς τη δόξα τραβά*. Αν η προσοχή που δίνει στις γυναίκες την έδινε στη δουλειά τώρα θα ήταν ζάμπλουτος. Αλλά πλούσιος για αυτόν, είναι αυτός που ξέρει να ζει και να ξοδεύει. Αν μια μέρα περάσει, χωρίς να γνωρίσει κάποια είναι χαμένη μέρα. Αν βγεις έξω και δε κάνεις σκηνικό τότε δεν έχει νόημα, συνηθίζει να λέει. Μη βγεις καθόλου.
Το πρόγραμμα του τα τελευταία τρία χρόνια είναι συγκεκριμμένο.Και το τηρεί απαρέγκλιτα. Σηκώνεται στις 09:00 το πρωί - και ας έχει ξενυχτύσει - γυμνάζεται και στις 10:00 κατεβαίνει στο γραφείο του στη Μιλιώνη. Όταν λέμε γραφείο φαντάζεστε δερμάτινες πολυθρόνες, υπολογιστές, εκτυπωτές, φαξ και τηλέφωνα που χτυπούν διαρκώς. Ξεχάστε το. Το γραφείο του Άγγελου είναι ο πεζόδρομος της Μιλιώνη. Τα καφέ. Σε ένα τραπέζι που είναι πάντα privé* και τον περιμένει, απλώνει την αρίδα του, την ταμπλέτα του, το κινητό του, την ατζέντα του και πίνει το καφεδάκι του. Μένει κανά δυo ώρες και τσεκάρει χρηματιστήριο, δείκτη τιμών, αν τα ενοίκια των σπιτιών του πληρώνονται στην ώρα τους και βέβαια αν περνάει από κει η γυναίκα της ζωής του. Στη Μιλιώνη τον ξέρουν και οι πέτρες. Είναι το στέκι του. Λέγεται, αλλά εγώ δεν παίρνω και όρκο, ότι πριν δυο τρία χρόνια ο Άγγελος μεθυσμένος οδήγησε τη μπέμπα του μέρα μεσημέρι μέσα από κει. Μπήκε από τη μεριά της Κανάρη, διέσχισε όλο τον πεζόδρομο και βγήκε στην Ηρακλείτου. Πήρε παραμάζωμα τα τραπέζια και τους πελάτες.Δύο σερβιτόροι πήγαν στο ΚΑΤ, ο ένας με ελαφριά κάκωση στον αυχένα και ο άλλος με κάταγμα στο χέρι. Επίσης ένας μουγγός μίλησε. Σκεφτείτε το τρόμο του. Ο Άγγελος όμως μερίμνησε για όλα. Πλήρωσε γιατρούς και νοσήλεια και αποζημίωσε τους ασθενείς. Πάντα κύριος. Και στις ζημιές του.
Κατά τις 12:00 μόλις έχει πιει το καφέ του ανεβαίνει Τσακάλωφ και κει διαλογίζεται με κάμποσους τεμπελχανάδες* μέχρι να πεινάσει. Όταν συμβεί αυτό, πάει στην Ξενοκράτους και τρώει φαγητά της ώρας. Από κει αν δεν προκύψει τίποτα καλό γυρίζει σπίτι και την πέφτει για κανά δίωρο. Όταν σηκώνεται πίνει τις βιταμίνες του, μιλάμε στο τηλέφωνο και κανονίζουμε να βγούμε. Αν εγώ τραβιέμαι, βγαίνει μόνος του και κατεβαίνει στα μπαράκια της Σκουφά. Εκεί, μέχρι να νυχτώσει επιδιώκει να συμβούν δύο πράγματα. Να ερωτευτεί και να μεθύσει. Και είναι αρκετά τυχερός γιατί συνήθως συμβαίνουν και τα δύο.
Έχουμε δώσει ραντεβού στη Μιλιώνη και τον βρίσκω να μιλά στο κινητό.Μου κάνει νόημα να κάτσω και κλείνει.
- Αδελφέ τι θα πιεις? με ρωτά
- Ότι πίνεις, του κάνω και παρατηρώ στο πιατάκι του καφέ του ένα λαχταριστό κομμάτι κέηκ σοκολάτα.
- Όλγα φέρε το καφέ μου στο Στέφανο, λέει στην σερβιτόρα και μετά γυρίζει σε μένα
- Τι έκανες χθες?
- Αλήτευα
- Έγινε σκηνικό?
- Δυστυχώς
- Γάματα! Πες κάτι άλλο?
Έρχεται ο καφές. Παρατηρώ το πιατάκι του δικού μου καφέ και δε βλέπω κέικ. Κοιτάω τη σερβιτόρα
- Τι έγινε? Εγώ κατούρησα στο πηγάδι και δεν έχω γλυκό?
Η σερβιτόρα χλωμιάζει.΄
- Συγνώμη εγώ δε...
Ο Άγγελος παρεμβαίνει.
- Όλγα συγχώρεσε το φίλο μου, βάλε σε ένα τάπερ το υπόλοιπο κέηκ και φέρτο εδώ
Μόλις η σερβιτόρα μας αφήνει.
- Ρε Στέφανε χαλάρωσε, η κοπέλα προσπαθεί να βγάλει το ψωμί της...
- Και γω το κέηκ μου!
- Τι λέγαμε?
- Τίποτα συγκεκριμένο.
- Φίλε είμαι τρελός μαζί της!, μου κάνει
- Πάλι αγόρι μου, ανέβηκες στα δέντρα?
- Λέγε εσύ τα δικά σου
- Πάλι θα σου πάρει τη σκάλα..
- Καλά τραγούδα
- Και θα σου πει Αγγελάκο πήδα τώρα...
- Βρε άντε πηδήξου. Τουλάχιστο εγώ δε τη φαντάζομαι.
Τον κοιτώ κατάματα.
- Δεν το εννοούσα, δικαιολογείται
- Το εννοούσες, αλλά δεν με πειράζει. Μπορεί και να συμβαίνει.
- Είσαι σίγουρος ότι δεν έχεις ερωτευτεί την εικόνα της?
- Μα την εικόνα του άλλου ερωτευόμαστε!
- Και αν την βρεις και ξενερώσεις?
- Αν μάθαινες ότι σε μια εβδομάδα θα γίνει η συντέλεια του κόσμου θα σταματούσες να ζεις?
- Όχι βέβαια
- Εγώ τότε τι περιμένεις να σου πω?
- Έχεις δίκιο
- Άλλο?
- Δουλειά βρήκες?
- Δε ψάχνω
- Θες να χω το νου μου?
- Και δε τον έχεις!
- Αν χρειαστείς...
- Δεν χρειάζομαι
- Αν ρε παιδί μου...θα έρθεις σε μένα
- Δεν θα χρειαστεί.
Χτυπά το κινητό του. Μιλά για λίγο. Το κλείνει
- Αδελφέ πρέπει να φύγω. Ξέρεις τώρα...
- Ξέρω
- Θα τηλεφωνηθούμε.
Σηκώνεται. Μαζεύει τα πράγματα του. Λίγο πριν φύγει
- Στέφανε, το νου σου.
- Άγγελε, μείνε κάτω από τα δέντρα.
Απομακρύνεται. Γέρνω στη καρέκλα και πίνω μια γουλιά καφέ. Η σερβιτόρα έρχεται και μου φέρνει ένα πλαστικό τάπερ που μέσα συμπιέζεται αχνιστό το κέηκ. Το αφήνει στο τραπέζι.
- Περιμένεις τώρα να το πάρω αυτό? της κάνω γελώντας
- Α! Εγώ κάνω ότι μου πει ο Άγγελος. Τον γνωρίζω τρία χρόνια και είναι ο καλύτερος μου πελάτης.
Μου χαμογελά και φεύγει. Εγώ τον γνωρίζω είκοσι χρόνια και είναι ο καλύτερος μου φίλος, σκέφτομαι. Οι παλιότεροι έλεγαν δείξε μου το φίλο σου να σου πω ποιος είσαι. Στην περίπτωση μου, αν σας συστήσω τον Άγγελο σίγουρα δε θα πάρετε μυρωδιά για μένα. Θα γνωρίσετε όμως έναν άνθρωπο που αν και δεν είναι γαλαζοαίματος είναι πραγματικός βασιλιάς...



*Στίχος παρμένος από το παραδοσιακό τραγούδι "Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει"
*Privé = Γαλλική λέξη που σημαίνει ιδιωτικός.
*Τεμπελχανάς = Από την τουρκική λέξη tempelhane που σημαίνει κατοικία τεμπέληδων.
Πολύ τεμπέλης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου