Την άκουσε χωρίς να την διακόψει. Όση ώρα του μιλούσε, σκεφτόταν την προκομένη την κόρη του. Πάλι γύρισε ξημερώματα σπίτι. Μετά από τόσους καβγάδες αυτή εκεί. Tο χαβά της. Το αφτί της δεν ίδρωνε. Έδινε και το κακό παράδειγμα στις τρεις μικρότερες αδελφές της που μάθαιναν τα κατορθώματα της και βάλε με το νου σου τι φαντάζονταν. Βλέπεις, την είχαν ως πρότυπο. Από την άλλη είχε και τους γείτονες να σχολιάζουν: "Ολόκληρος διοικητής και να μην μπορεί να βάλει σε τάξη το σπίτι του, σκέψου τι γίνεται στο έρμο τ' αστυνομικό τμήμα!" Πόσο λαχταρούσε να είχε κάνει ένα γιο! Η φύση όμως είχε άλλα σχέδια. Μετά την τέταρτη απόπειρα σταμάτησε την προσπάθεια. Τον παρηγορούσε που και που, κάτι που είχε διαβάσει κάπου - δεν θυμόταν που - και έλεγε ότι κορίτσια κάνουν μόνο οι άντρακλες.
Τρίτη γενιά αστυνομικός, είχε ακολουθήσει πιστά τα χνάρια πατέρα και παππού και είχε ανεβεί σύντομα τα σκαλιά της ιεραρχίας. Έβγαλε ασπροπρόσωπο το σόϊ - αν εξαιρέσεις το θείο Ανέστη που τους ντρόπιασε όταν πήγε πυροσβέστης* - και ήταν ήδη Αστυνόμος και διοικητής τμήματος σε ηλικία 52 χρονών. Νεκτάριος Παντελιάς με τ' όνομα. Φημιζόταν για την σκληράδα που εφάρμοζε, την μεθοδικότητα που χρησιμοποιούσε και την δικαιοσύνη που απένειμε. Καταλάβαινε γρήγορα τι καπνό φουμάρει ο άλλος, αν λέει αλήθεια ή ψέματα και ήξερε πάντα τον τρόπο για να τον κάνει να ομολογήσει. Συνήθως, έλεγε στους νεοσύλλεκτους ότι η ενοχή είναι σαν την σκιά. Όταν την κυνηγάς, ποτέ δεν την πιάνεις και όταν την αφήνεις, τρέχει ξωπίσω σου. Ο μόνος τρόπος να την εγκλωβίσεις είναι στο φως. Και το φως ήταν αυτός.
Παρατηρούσε την κοπέλα απέναντί του. Τον είχε εντυπωσιάσει η ευφράδεια που είχε ο λόγος της. Τα επιχειρήματα που εξέθεσε, δεν χωρούσαν αμφισβήτηση. Και ο λεγάμενος όμως, δεν έλεγε ψέματα. Ήταν καθαρή περίπτωση "φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη". Από την στιγμή όμως, που η κοπέλα δεν επιθυμούσε να κάνει μήνυση, η υπόθεση έδειχνε να παίρνει το δρόμο της. Γι' αυτό και δεν πολυσκοτίστηκε. Είχε με σοβαρότερα θέματα ν' ασχοληθεί. Μια σπείρα είχε καταληστέψει γειτονιές της ευθύνης του και ο νομάρχης τον είχε βάλει στο μάτι. Τον τελευταίο χρόνο είχε αφοσιωθεί στο πως θα καταφέρει να την πιάσει, με αποτέλεσμα να λείπει ώρες από το σπίτι. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι κόρες του είχαν σηκώσει μπαϊράκι.
Μια φούσκα λοιπόν ο έρωτας! Έτσι τού 'πε εκείνη. Δεν κατάλαβε καλά, αλλά δεν τό 'δειξε. Την άφησε να φύγει συμβουλεύοντάς την, να γυρίσει σπίτι της. Την ξεπροβόδισε στον διάδρομο και την χαιρέτησε. Τώρα το μόνο που είχε να κάνει ήταν ν' αφήσει ελεύθερο τον νεαρό επιδειξία. Πριν τον φέρουν στο γραφείο του, παρήγγειλε το καφεδάκι του - έναν πολλά βαρύ με ολίγη - και σύρθηκε ως την τουαλέτα. Εκεί στάθηκε στον καθρέφτη και μ' ένα μικρό ψαλιδάκι έκοψε τις τρίχες που εξείχαν από την γαμψή μύτη του. Μετά χτένισε με μια μικρή τσατσάρα τα γκρίζα ψαρά μαλλιά του προς τα πίσω. Το ίδιο έκανε και στα πυκνά φρύδια που σκέπαζαν τα στρογγυλά μαύρα μάτια του και έπειτα έκατσε για λίγο να θαυμάσει το παχύ μουστάκι του. Όταν γύρισε στο γραφείο βρήκε το καφέ του να τον περιμένει και αφού τον φύσηξε για να κρυώσει, τον ρούφηξε μερακλίδικα. Άναψε τσιγάρο και ήπιε τον καπνό του. Πριν καλά καλά τελειώσει, τό σβησε στο τασάκι και φώναξε στον αστυνομικό Σπαθούλα που μόλις είχε επιστρέψει από αναρρωτική άδεια - έπασχε από ρευματισμούς στην μέση και έψαχνε τρόπο για να ξαναφύγει - να του φέρει τον Αλέξανδρο ο οποίος, τόση ώρα ξεροστάλιαζε στο κρατητήριο.
- Πέρασε παιδί μου, μη στέκεσαι όρθιος... Κάθησε... Να τελειώνουμε επιτέλους με αυτή την ιστορία! - Καταλάβατε πως πρόκειται για παρεξήγηση?... Έτσι δεν είναι?
- Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Το θύμα δεν επιθυμεί την δίωξη σου. Επομένως είσαι ελεύθερος
- Το θύμα? Δίωξη? Μιλάτε λες και διέπραξα κάποιο αδίκημα?
- Και ποιος την έπαιζε σήμερα τ' απόγευμα στο πάρκο?
- Σας είπα, κατουρούσα..
- Άκου παιδί μου... Να το δεχτώ ότι κατουρούσες... Έστω... Έχουμε και λέμε... Παρακολούθηση χωρίς την συναίνεση του παρακολουθούμενου, πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα, προσβολή της δημοσίας αιδούς και σεξουαλική παρενόχληση... Nα συνεχίσω? Σε μια κόλλα χαρτί σε τύλιγε αν ήθελε,καϋμένε!
- Κύριε Αστυνόμε έχετε ερωτευτεί ποτέ?
- Τι σημασία έχει αυτό... Στα χρόνια τα δικά μου, μια γυναίκα μας έπεφτε και αυτή παίρναμε...
- Αισθανθήκατε ποτέ πεταλούδες στο στομάχι σας?
- Θά πρεπε?.. Μόνο κάτι καούρες... Και ενίοτε κάνα φούσκωμα...
- Σκάκι παίζετε?
- Όχι... Που και που καμιά πρέφα
- Ε, τότε δεν μπορείτε να με καταλάβετε. Η στρατηγική μου ήταν σωστή, απλά είχα λάθος τακτική. Άργησα να περάσω στην πράξη...
- Και πότε σκόπευες να το κάνεις?
- Σήμερα
- Και τι σε σταμάτησε?
- Η φούσκα μου...
- Ρε δε πάτε στο διάολο λέω γω... Φούσκα ο ένας, φούσκα η άλλη... Μου τα φουσκώσατε βραδιάτικα!..
Χτυπά το τηλέφωνο
- Γαμώ τον αντίχριστό μου... Ναι... Ποιος είναι?.. Μάλιστα κύριε Νομάρχα!... Το καταδύναμιν κύριε Νομάρχα!... Είμαστε στα ίχνη τους κύριε Νομάρχα!... Βεβαίως κύριε Νομάρχα!... Ανυπερθέτως κύριε Νομάρχα!... Καλό σας βράδυ κύριε Νομάρχα!... Λοιπόν Αλέξανδρε πρέπει να φύγεις. Βλέπεις ότι πνίγομαι...
- Μήπως σας εμπιστεύτηκε κάτι για μένα?
- Μισό λεπτό να σκεφτώ... Τι με πέρασες ρε? Θυρωρό για να κρατάω τα ραβασάκια σου... Φύγε σου λέω... Δεν καταλαβαίνεις ότι όσο μένεις εδώ επιβαρύνεις την θέση σου?
- Μήπως σας είπε τι θα κάνει σήμερα?
- Φιρί φιρί το πας να σε ξανακλείσω στο κρατητήριο και ν' αρχίσουν να σε κοπανούν σαρανταπέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες... Πήγαινε σου λέω μην βρεις κανά μπελά...
- Μα...
- Άσε τα μα.. και τα θα.. αγόρι μου και άρχισα να σε συμπαθώ... Κρίμα δεν είναι να χαλάσουμε τις καρδιές μας? Κάνε μου τη χάρη και φύγε...
Όταν έμεινε μόνος προσπάθησε να φέρει σε τάξη το μυαλό και τις σκέψεις του. Και τότε ήταν που ο αστυνομικός Σπαθούλας μπήκε μέσα χωρίς να χτυπήσει και με τα χέρια στην μέση βαρυγκομώντας, του ανακοίνωσε ότι η σπείρα πιάστηκε επ' αυτοφώρω πριν μερικά λεπτά. Ήταν σίγουρα αυτοί, διότι τα αποτυπώματα τους ελέχθησαν και διασταυρώθηκαν. Αυτός με τη σειρά του, ενημέρωσε αμέσως τηλεφωνικά τον Νομάρχη και δέχτηκε θερμά συγχαρήτηρια. Κανονίστηκε, μάλιστα αύριο πρωϊ πρωϊ συνέντευξη τύπου με την παρουσία και των δύο. Μόλις έκλεισε το ακουστικό, άναψε τσίγαρο και βγήκε στο μπαλκόνι. Την προαγωγή την είχε πλέον στην τσέπη και αφού φούσκωσε περήφανα σαν παγώνι, ανάσανε βαθιά μετά από πολύ καιρό. Θυμήθηκε την γυναίκα και τα κορίτσια του και σκέφτηκε να γυρίσει κοντά τους. Πριν μπει μέσα πρόσεξε κάτω στα σκαλιά και είδε τον Αλέξανδρο. Δεν είχε φύγει. Στεκόταν στο πεζούλι, χαμένος στο κόσμο του. Ξαφνικά ένοιωσε μέλος μιας αλληλένδετης τριάδας. Αυτός, ο Αλέξανδρος και η Χαρά ήταν κομμάτια ενός παζλ που λίγο ήθελε ακόμα για να ολοκληρωθεί. Χαρακτήρες στο διεστραμμένο μυαλό ενός συγγραφίσκου που δεν έλεγε ν' αποφασίσει τι θα κάνει με δαύτους. Ταξίδευαν νοερά μέσα σε μια φούσκα που έσκασε σήμερα και ο καθένας έπρεπε να βρει το δρόμο του. Ίσιωσε το μουστάκι με το δεξί του χέρι και ανέλαβε πρωτοβουλία. Θα έπαιρνε τον Αλέξανδρο μαζί του. Θα έκανε μια μικρή στάση στο σπίτι της Χαράς και θα τον άφηνε εκεί. Ο ήχος του περιπολικού μάλιστα, θα έδινε την απαραίτητη επισημότητα στην συγκεκριμμένη τελετουργία. Και έπειτα θα γύριζε σπίτι και θα κοιμόταν έναν αιώνα. Όχι ψέματα. Πρώτα θά βαζε τάξη στο σπίτι του και μετά θα κοιμόταν. Ναι, σίγουρα κάπως έτσι θα έκανε...
* Στίχος παρμένος από τη "Πολισμανία" των Βαβυλώνα
Τρίτη γενιά αστυνομικός, είχε ακολουθήσει πιστά τα χνάρια πατέρα και παππού και είχε ανεβεί σύντομα τα σκαλιά της ιεραρχίας. Έβγαλε ασπροπρόσωπο το σόϊ - αν εξαιρέσεις το θείο Ανέστη που τους ντρόπιασε όταν πήγε πυροσβέστης* - και ήταν ήδη Αστυνόμος και διοικητής τμήματος σε ηλικία 52 χρονών. Νεκτάριος Παντελιάς με τ' όνομα. Φημιζόταν για την σκληράδα που εφάρμοζε, την μεθοδικότητα που χρησιμοποιούσε και την δικαιοσύνη που απένειμε. Καταλάβαινε γρήγορα τι καπνό φουμάρει ο άλλος, αν λέει αλήθεια ή ψέματα και ήξερε πάντα τον τρόπο για να τον κάνει να ομολογήσει. Συνήθως, έλεγε στους νεοσύλλεκτους ότι η ενοχή είναι σαν την σκιά. Όταν την κυνηγάς, ποτέ δεν την πιάνεις και όταν την αφήνεις, τρέχει ξωπίσω σου. Ο μόνος τρόπος να την εγκλωβίσεις είναι στο φως. Και το φως ήταν αυτός.
Παρατηρούσε την κοπέλα απέναντί του. Τον είχε εντυπωσιάσει η ευφράδεια που είχε ο λόγος της. Τα επιχειρήματα που εξέθεσε, δεν χωρούσαν αμφισβήτηση. Και ο λεγάμενος όμως, δεν έλεγε ψέματα. Ήταν καθαρή περίπτωση "φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη". Από την στιγμή όμως, που η κοπέλα δεν επιθυμούσε να κάνει μήνυση, η υπόθεση έδειχνε να παίρνει το δρόμο της. Γι' αυτό και δεν πολυσκοτίστηκε. Είχε με σοβαρότερα θέματα ν' ασχοληθεί. Μια σπείρα είχε καταληστέψει γειτονιές της ευθύνης του και ο νομάρχης τον είχε βάλει στο μάτι. Τον τελευταίο χρόνο είχε αφοσιωθεί στο πως θα καταφέρει να την πιάσει, με αποτέλεσμα να λείπει ώρες από το σπίτι. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι κόρες του είχαν σηκώσει μπαϊράκι.
Μια φούσκα λοιπόν ο έρωτας! Έτσι τού 'πε εκείνη. Δεν κατάλαβε καλά, αλλά δεν τό 'δειξε. Την άφησε να φύγει συμβουλεύοντάς την, να γυρίσει σπίτι της. Την ξεπροβόδισε στον διάδρομο και την χαιρέτησε. Τώρα το μόνο που είχε να κάνει ήταν ν' αφήσει ελεύθερο τον νεαρό επιδειξία. Πριν τον φέρουν στο γραφείο του, παρήγγειλε το καφεδάκι του - έναν πολλά βαρύ με ολίγη - και σύρθηκε ως την τουαλέτα. Εκεί στάθηκε στον καθρέφτη και μ' ένα μικρό ψαλιδάκι έκοψε τις τρίχες που εξείχαν από την γαμψή μύτη του. Μετά χτένισε με μια μικρή τσατσάρα τα γκρίζα ψαρά μαλλιά του προς τα πίσω. Το ίδιο έκανε και στα πυκνά φρύδια που σκέπαζαν τα στρογγυλά μαύρα μάτια του και έπειτα έκατσε για λίγο να θαυμάσει το παχύ μουστάκι του. Όταν γύρισε στο γραφείο βρήκε το καφέ του να τον περιμένει και αφού τον φύσηξε για να κρυώσει, τον ρούφηξε μερακλίδικα. Άναψε τσιγάρο και ήπιε τον καπνό του. Πριν καλά καλά τελειώσει, τό σβησε στο τασάκι και φώναξε στον αστυνομικό Σπαθούλα που μόλις είχε επιστρέψει από αναρρωτική άδεια - έπασχε από ρευματισμούς στην μέση και έψαχνε τρόπο για να ξαναφύγει - να του φέρει τον Αλέξανδρο ο οποίος, τόση ώρα ξεροστάλιαζε στο κρατητήριο.
- Πέρασε παιδί μου, μη στέκεσαι όρθιος... Κάθησε... Να τελειώνουμε επιτέλους με αυτή την ιστορία! - Καταλάβατε πως πρόκειται για παρεξήγηση?... Έτσι δεν είναι?
- Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Το θύμα δεν επιθυμεί την δίωξη σου. Επομένως είσαι ελεύθερος
- Το θύμα? Δίωξη? Μιλάτε λες και διέπραξα κάποιο αδίκημα?
- Και ποιος την έπαιζε σήμερα τ' απόγευμα στο πάρκο?
- Σας είπα, κατουρούσα..
- Άκου παιδί μου... Να το δεχτώ ότι κατουρούσες... Έστω... Έχουμε και λέμε... Παρακολούθηση χωρίς την συναίνεση του παρακολουθούμενου, πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα, προσβολή της δημοσίας αιδούς και σεξουαλική παρενόχληση... Nα συνεχίσω? Σε μια κόλλα χαρτί σε τύλιγε αν ήθελε,καϋμένε!
- Κύριε Αστυνόμε έχετε ερωτευτεί ποτέ?
- Τι σημασία έχει αυτό... Στα χρόνια τα δικά μου, μια γυναίκα μας έπεφτε και αυτή παίρναμε...
- Αισθανθήκατε ποτέ πεταλούδες στο στομάχι σας?
- Θά πρεπε?.. Μόνο κάτι καούρες... Και ενίοτε κάνα φούσκωμα...
- Σκάκι παίζετε?
- Όχι... Που και που καμιά πρέφα
- Ε, τότε δεν μπορείτε να με καταλάβετε. Η στρατηγική μου ήταν σωστή, απλά είχα λάθος τακτική. Άργησα να περάσω στην πράξη...
- Και πότε σκόπευες να το κάνεις?
- Σήμερα
- Και τι σε σταμάτησε?
- Η φούσκα μου...
- Ρε δε πάτε στο διάολο λέω γω... Φούσκα ο ένας, φούσκα η άλλη... Μου τα φουσκώσατε βραδιάτικα!..
Χτυπά το τηλέφωνο
- Γαμώ τον αντίχριστό μου... Ναι... Ποιος είναι?.. Μάλιστα κύριε Νομάρχα!... Το καταδύναμιν κύριε Νομάρχα!... Είμαστε στα ίχνη τους κύριε Νομάρχα!... Βεβαίως κύριε Νομάρχα!... Ανυπερθέτως κύριε Νομάρχα!... Καλό σας βράδυ κύριε Νομάρχα!... Λοιπόν Αλέξανδρε πρέπει να φύγεις. Βλέπεις ότι πνίγομαι...
- Μήπως σας εμπιστεύτηκε κάτι για μένα?
- Μισό λεπτό να σκεφτώ... Τι με πέρασες ρε? Θυρωρό για να κρατάω τα ραβασάκια σου... Φύγε σου λέω... Δεν καταλαβαίνεις ότι όσο μένεις εδώ επιβαρύνεις την θέση σου?
- Μήπως σας είπε τι θα κάνει σήμερα?
- Φιρί φιρί το πας να σε ξανακλείσω στο κρατητήριο και ν' αρχίσουν να σε κοπανούν σαρανταπέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες... Πήγαινε σου λέω μην βρεις κανά μπελά...
- Μα...
- Άσε τα μα.. και τα θα.. αγόρι μου και άρχισα να σε συμπαθώ... Κρίμα δεν είναι να χαλάσουμε τις καρδιές μας? Κάνε μου τη χάρη και φύγε...
Όταν έμεινε μόνος προσπάθησε να φέρει σε τάξη το μυαλό και τις σκέψεις του. Και τότε ήταν που ο αστυνομικός Σπαθούλας μπήκε μέσα χωρίς να χτυπήσει και με τα χέρια στην μέση βαρυγκομώντας, του ανακοίνωσε ότι η σπείρα πιάστηκε επ' αυτοφώρω πριν μερικά λεπτά. Ήταν σίγουρα αυτοί, διότι τα αποτυπώματα τους ελέχθησαν και διασταυρώθηκαν. Αυτός με τη σειρά του, ενημέρωσε αμέσως τηλεφωνικά τον Νομάρχη και δέχτηκε θερμά συγχαρήτηρια. Κανονίστηκε, μάλιστα αύριο πρωϊ πρωϊ συνέντευξη τύπου με την παρουσία και των δύο. Μόλις έκλεισε το ακουστικό, άναψε τσίγαρο και βγήκε στο μπαλκόνι. Την προαγωγή την είχε πλέον στην τσέπη και αφού φούσκωσε περήφανα σαν παγώνι, ανάσανε βαθιά μετά από πολύ καιρό. Θυμήθηκε την γυναίκα και τα κορίτσια του και σκέφτηκε να γυρίσει κοντά τους. Πριν μπει μέσα πρόσεξε κάτω στα σκαλιά και είδε τον Αλέξανδρο. Δεν είχε φύγει. Στεκόταν στο πεζούλι, χαμένος στο κόσμο του. Ξαφνικά ένοιωσε μέλος μιας αλληλένδετης τριάδας. Αυτός, ο Αλέξανδρος και η Χαρά ήταν κομμάτια ενός παζλ που λίγο ήθελε ακόμα για να ολοκληρωθεί. Χαρακτήρες στο διεστραμμένο μυαλό ενός συγγραφίσκου που δεν έλεγε ν' αποφασίσει τι θα κάνει με δαύτους. Ταξίδευαν νοερά μέσα σε μια φούσκα που έσκασε σήμερα και ο καθένας έπρεπε να βρει το δρόμο του. Ίσιωσε το μουστάκι με το δεξί του χέρι και ανέλαβε πρωτοβουλία. Θα έπαιρνε τον Αλέξανδρο μαζί του. Θα έκανε μια μικρή στάση στο σπίτι της Χαράς και θα τον άφηνε εκεί. Ο ήχος του περιπολικού μάλιστα, θα έδινε την απαραίτητη επισημότητα στην συγκεκριμμένη τελετουργία. Και έπειτα θα γύριζε σπίτι και θα κοιμόταν έναν αιώνα. Όχι ψέματα. Πρώτα θά βαζε τάξη στο σπίτι του και μετά θα κοιμόταν. Ναι, σίγουρα κάπως έτσι θα έκανε...
* Στίχος παρμένος από τη "Πολισμανία" των Βαβυλώνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου